Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

ΟΙ ΟΜΩΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΓΑΛΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΙΑΝ


Το – 279 οι Έλληνες με δύναμιν περίπου 30.000 ανδρών και αρχηγόν τον Αθηναίον στρατηγόν Κάλλιπον, αντιτάσσονται στις Θερμοπύλες στην κάθοδον των βαρβάρων Γαλατών του Βρέννου, ο οποίος έχοντας υπό την προσταγήν του στράτευμα 152.000 πεζών και 61.200 ιππέων, εισέβαλε στην Ελλάδα, με κύριον στόχον την σύλησιν των θησαυρών του Ιερού των Δελφών.
Από τους Έλληνες, το μεγαλύτερον τμήμα του μαχίμου σώματος (περισσότεροι από 7.000 οπλίτες, 790 ψιλοί και απροσδιόριστος αριθμός ιππέων), απετελείτο από Αιτωλούς, με αρχηγούς τους Πολύαρχον, Πολύφρονα και Λακράτην.
Επειδή οι πρώτες συγκρούσεις ήσαν νικηφόρες διά τους Έλληνες, ο Βρέννος προσεπάθησεν να τους υπερκεράσει και ταυτόχρονα να απομακρύνει από την Ελληνικήν δύναμιν τους μαχητικότατους Αιτωλούς. Έστειλεν προς τούτο ένα τμήμα του στρατού του, το οποίον αριθμούσεν 40.000 πεζούς και 800 ιππείς, με επικεφαλής τον Ορεστόριον και τον Κόμβουτι, να εισβάλει στην Αιτωλίαν μέσω της κοιλάδας του Σπερχειού και της Θεσσαλίας. Η δύναμις αυτή των βαρβάρων, ακολουθώντας την οδόν, η οποία οδηγούσεν από τα στενά της κοιλάδος του Σπερχειού προς το εσωτερικόν της Αιτωλίας, έφθασεν στην πρώτην προς ανατολάς Αιτωλικήν πόλιν, το Κάλλιον, στα βορειοδυτικά του σημερινού Λιδορικίου, τη οποίαν ηύρεν χωρίς σημαντικήν δύναμιν υπερασπιστών, την κατέλαβεν και την έκαυσεν.
Οι θηριωδίες και οι ομώτητες, τις οποίες διέπραξαν τότε οι βάρβαροι Γαλάτες, εις βάρος των κατοίκων της μαρτυρικής αυτής πόλεως, υπερβαίνουν ακόμη και την πλέον νοσηράν φαντασίαν.
Αλλά ας δούμε πώς τις περιγράφει ο Παυσανίας στα «Φωκικά» του έργου του «Ελλάδος περιήγησις»:
«…Και τα ες Καλλιέας Κόμβουτις οι εργασάμενοι και Ορεστόριος ήσαν, ανοσιώτατά τε ών ακοή επιστάμεθα και ουδέν τοις ανθρώπων τολμήμασιν όμοια. Γένος μεν γε πάν εξέκοψαν το άρσεν, και ομοίως γέροντές τε και τα νήπια επί των μητέρων τοις μαστοίς εφονεύοντο. Τούτων δε και τα υπό του γάλακτος πιότερα αποκτείνοντες έπινόν τε οι Γαλάτες του αίματος και ήπτοντο των σαρκών. Γυναίκες δε και όσαι εν ώρα των παρθένων, όσαι μεν φρονήματός τι αυτών είχον, εαυτές έφθησαν ως ηλίσκετο η πόλις διηργασμέναι. Τας δε έτι περιούσας ες ιδέαν ύβρεως πάσαν μετά ανάγκης ήγον ισχυράς, άτε ίσον μεν ελέου, ίσον δε τας φύσεις και έρωτος απέχοντες. Και όσαι μεν των γυναικών ταις μαχαίραις των Γαλατών επετύγχανον, αυτοχειρία τας ψυχάς ηφίεσαν. Ταις δε ου μετά πολύ υπάρξειν το χρεών έμελλεν ή τε ασιτία και η αϋπνία, αστέγων βαρβάρων εκ διαδοχής αλλήλοις υβριζόντων. Οι δε και αφιείσαις τας ψυχάς, οι δε και ήδη νεκράς συνεγίνοντο όμως….»
«….Εις βάρος των Καλλιέων, ο Κόμβουτις και ο Ορεστόριος, ήσαν αυτοί οι οποίοι διέπραξαν τις πλέον ανόσιες πράξεις, τις οποίες γνωρίζουμε εξ ακοής και δεν ομοιάζουν με κανένα άλλο ανθρώπινον τόλμημα. Κατέσφαξαν όλους τους άνδρες, και παρόμοια οι γέροντες και τα νήπια επάνω στα στήθη των μητέρων τους εφονεύοντο. Αυτά τα νήπια τα οποία ήσαν πλέον καλοθρεμμένα από το γάλα, αφού τα εσκότωναν, οι Γαλάτες έπιναν το αίμα τους και έτρωγαν τις σάρκες των. Οι γυναίκες δε και όσες παρθένες ήσαν σε ώραν γάμου, όσες εξ αυτών είχαν κάποια υπερηφάνεια, ηυτοκτόνουν εν όσω η πόλις εκυριεύετο. Εκείνες οι οποίες έμειναν ζωντανές, υπέστησαν κάθε είδους εξευτελισμόν, εξαναγκαζόμενες διά της βίας, διότι εκείνοι (οι Γαλάτες) δεν ένοιωθαν εκ φύσεως ούτε έλεος ούτε έρωτα. Όσες μεν γυναίκες εύρισκαν τα μαχαίρια των Γαλατών, αυτοκτονούσαν. Και οι υπόλοιπες δεν έμελλε να μείνουν διά πολύν χρόνον ζωντανές, ένεκα της πείνας και της αϋπνίας και διότι οι βάρβαροι ασελγούσαν επάνω τους συνεχώς ο ένας μετά τον άλλον. Ακόμη και όταν ήσαν νεκρές, αυτοί (οι βάρβαροι) ασελγούσαν επάνω τους….»
Η τιμωρία των ανθρωπόμορφων τεράτων, δεν άργησεν να έλθει. Οι Αιτωλοί με τις δυνάμεις τους έσπευσαν σε βοήθειαν των συμπολιτών τους. Κατάφεραν να προλάβουν τους Γαλάτες και παρενοχλώντας τους, μαζί με μικρή δύναμη Αχαιών και εντοπίων, τους απέκλεισαν με ενέδρα στην θέσιν «Κοκκάλια» της Ευρυτανίας, στην ράχη η οποία ενώνει τα όρη Οξυά και Βελούχι κοντά στη σημερινήν κοινότητα Κρίκελλον.
Στην μάχην η οποία διεξήχθη εκεί, οι Γαλάτες υπέστησαν πανωλεθρίαν. Από τους 40.800 βαρβάρους, λιγότεροι από τους μισούς κατάφεραν να διασωθούν και να φθάσουν στο στρατόπεδον του Βρέννου. Οι υπόλοιποι, άφησαν τα κόκκαλά τους να ασπρίζουν άταφα στο πεδίον της μάχης, το οποίον έκτοτε ονομάσθη «Κοκκάλια», και στο οποίον ακόμη και σήμερα ανευρίσκονται σκελετοί και υπολείμματα οπλισμού από την μάχην. Η επέμβασις της Νεμέσεως ήταν καταλυτική!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου