Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

ΚΑΛΥΔΩΝΙΟΣ ΚΑΠΡΟΣ




Στην Ελληνικήν Μυθιστορίαν αναφέρεται ότι μετά την Αργοναυτικήν εκστρατείαν και πριν τα γεγονότα, τα οποία οδήγησαν στον Τρωϊκόν πόλεμον, συνέβη το επεισόδιον της θήρας του Καλυδωνίου Κάπρου.

Ο Καλυδώνιος Κάπρος περιγράφεται ως ένας υπερφυσικός αγριόχοιρος, ο οποίος είχεν το μέγεθος ταύρου και ήταν θηρίον μεγάλης δυνάμεως, με χαυλιόδοντες σαν των ελεφάντων, πυρώδεις οφθαλμούς, τρίχες σκληρές και ακανθώδεις σαν βέλη και διαπεραστικήν και βροντώδη φωνήν. Λέγεται ότι τον Κάπρον αυτόν τον έστειλεν στην Καλυδώνιαν χώραν της Αιτωλίας η Άρτεμις, διά να τιμωρήσει τον βασιλέαν της Οινέα, ο οποίος την είχεν αγνοήσει στις τιμές και στις θυσίες προς τους θεούς.
Το θηρίον αυτό κατέστη ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής, επειδή κατέστρεφεν ολοσχερώς τις καλλιέργειες και επειδή εσκότωνε και έτρωγεν όσα ζώα και ανθρώπους εύρισκε στον δρόμον του. Έτσι στην Καλυδώνα ενέσκηψε λιμός, διότι από φόβον οι άνθρωποι δεν έβγαιναν από την πόλιν και τους οικισμούς διά να καλλιεργήσουν τους αγρούς και όσοι το ετόλμουν να το κάνουν, είχαν άσχημον τέλος από την μανίαν του Κάπρου.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο υιός του Οινέως Μελέαγρος, ο οποίος μαζί με τους άλλους ήρωες είχεν λάβει μέρος στην Αργοναυτικήν εκστρατείαν, συνεκάλεσεν όλους τους άριστους Έλληνες, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήσαν και σύντροφοί του στην Αργοναυτικήν εκστρατείαν, διά να λάβουν μέρος στην θήραν και την εξόντωσιν του Καλυδωνίου Κάπρου. Όρισεν δεν ως έπαθλον το δέρμα του θηρίου, σε όποιον είχε την τόλμην και την τύχην να πλήξει θανάσιμα τον Κάπρον.
Αυτοί οι οποίοι ανταπεκρίθησαν και έλαβαν μέρος στην επιχείρησιν, ήσαν οι ακόλουθοι:
Μελέαγρος του Οινέως, Καλυδώνιος.
Δρύας του Άρεως, Καλυδώνιος.
Κάστωρ και Πολυδεύκης, Διόσκουροι, Λακεδαιμόνιοι.
Ιάσων του Αίσωνος, εξ Ιωλκού.
Ίδας και Λυγκεύς του Αφαρέως, Μεσσήνιοι.
Ασκληπιός, Απόλλωνος.
Άδμητος του Φέρητος, Φεραίος,
Θησεύς του Αιγέως, Αθηναίος.
Αγκαίος και Κηφεύς του Λυκούργου, Αρκάδες.
Άκαστος του Πελίου, εξ Ιωλκού.
Πειρίθους του Ιξίονος, Λαρισσαίος.
Ίφικλος του Αμφιτρύωνος, Θηβαίος.
Εχέπολις του Αλκάθου, Μεγαρεύς.
Τελαμών του Αιακού, Σαλαμίνιος.
Δευκαλίων του Μίνωος, Κρης.
Πηλεύς του Αιακού, Φθιώτης.
Ευρυτίων του Άκτορος, Φθιώτης.
Αμφιάραος του Οϊκλέους, Αργείος.
Αταλάντη του Σχοινέως, Αρκάς.
Ίππασος του Ευρύτου.
Άλκων του Άρεως, Θράξ.
Εύρυτος του Ερμού.
Εύφημος του Ποσειδώνος.
Θερσίτης του Αγρίου, Καλυδώνιος.
Ιππόθοος του Κερκύονος.
Καινεύς του Έλατου
Λαέρτης του Αρκεισίου, Ιθακήσιος.
Μόψος του Αμπύκου.
Πάνωπος του Φώκου, Φωκεύς.
Φοίνιξ του Αμύντορος.
Υλεύς.
Ευρύπυλος, Εύϊππος, Πλήξιππος και Ίφικλος του Θεστίου, Καλυδώνιοι.
Τρείς ή τέσσερεις υιοί του Ιπποκόοντος, Λάκωνες
Ο Οινεύς εφιλοξένησεν τους επιφανείς ήρωες διά εννέα ημέρες, αλλά την δεκάτην εδημιουργήθη επεισόδιον από τον Αγκαίον και τον Κηφέα, οι οποίοι δεν ήθελαν να συμμετέχει η Αταλάντη στην θήραν του Κάπρου, επειδή όπως έλεγαν θα ήταν εντροπή διά τόσους ήρωες να συστρατεύσει με αυτούς γυναίκα. Αλλά ο Μελέαγρος, ο οποίος είχεν ερωτευθεί την Αταλάντην, τους έπεισε τελικά να την αποδεχθούν στην επιχείρησιν.
Οι ήρωες ενετόπισαν το θηρίον σε μίαν κοιλάδα κατάφυτον από πυκνήν βλάστησιν και εχωρίσθησαν περικυκλώνοντας την περιοχήν, διά να εφορμήσουν ταυτοχρόνως από πολλά μέρη, ενώ ορισμένοι έμειναν διά να φυλάσσουν τα περάσματα, διά να μην έχει ο Κάπρος την ευκαιρίαν διαφυγής.
Οι πρώτοι οι οποίοι επετέθησαν στον Κάπρο, ήσαν ο Αγκαίος και ο Υλεύς, αλλά έχασαν την ζωήν τους από την ορμήν του θηρίου. Βλέποντας την σκηνήν ο Πηλεύς, ακόντισεν τον άγριον Κάπρον, αλλά το θηρίον απέφυγεν τον ακοντισμόν και το ακόντιον του Πηλέως εκτύπησεν και εφόνευσεν τον Ευρυτίωνα, ο οποίος εφορμούσε από την άλλην πλευράν.
Πρώτη η οποία εκτύπησεν τον Καλυδώνιον Κάπρον, ήταν η Αταλάντη, τοξεύοντάς τον στα νώτα και δεύτερος τον ετόξευσεν στον οφθαλμόν ο Αμφιάραος. Στην συνέχειαν το θηρίον το εφόνευσεν ο Μελέαγρος, ακοντίζοντάς το στους λαγώνες, στο σημείον όπου δεν υπήρχαν οστά διά να συγκρατήσουν την βολήν. Αντί όμως να λάβει αυτός ως έπαθλον το δέρμα του Κάπρου, το εδώρισεν στην Αταλάντην. Από την πράξιν αυτήν οργίσθησαν οι υιοί του Θεστίου, οι οποίοι απέσπασαν το έπαθλον από την Αταλάντην, με τον ισχυρισμόν ότι αφού ο Μελέαγρος δεν το θέλει, τότε ανήκει σε αυτούς λόγω συγγενείας.
Η συμπεριφορά αυτή εξόργισεν τον Μελέαγρον, ο οποίος εφόνευσεν τους υιούς του Θεστίου και επέστρεψεν το έπαθλον στην Αταλάντην.

18/2/2015
ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ
(ΜΕΓΙΣΤΙΑΣ)

ΠΗΓΗ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου